Τα
ταξίδια θέλουν ανθρώπους να τα κάνουν, θέλουν μέσο για να πραγματοποιηθούν και
θέλουν μνήμη και λέξεις να τα αφηγηθούν. Είναι περίπου σαν τα δέντρα που
πέφτουν στο δάσος. Για να κάνουν θόρυβο πρέπει κάποιος να είναι εκεί, να τα δει
που πέφτουν, να τα ακούσει.
Τα
ταξίδια που πιάνουν απ’ το μανίκι τις τελευταίες μέρες του καλοκαιριού και
τραβολογιούνται μαζί του ως το φεύγα του σχεδόν, έχουν ταυτόχρονα τη χαρά του
«λίγο ακόμη» και τη θλίψη του «θα τελειώσει σύντομα». Μέρα τη μέρα που περνάει,
η τραμπάλα αλλάζει βάρος και το σώμα στον αέρα πρόσωπο.
Τα
πλοία που γνωρίζεις από παλιά, που έχεις ταξιδέψει πολλές δεκάδες φορές μαζί
τους είναι χαρτάκι με οδηγίες στην τσέπη σε βαρκάρη του Αρχιπελάγους. Τα νησιά
της Γαιοθάλασσας δεν είναι εύκολα στην προσέγγισή τους. Τι κι αν νότια τα
λιμάνια τους, αν δεν έχεις τους μάγους τους με το μέρος σου δεν δένεις χωρίς
απώλειες σε αυτά.
Ο
Απόλλωνας φώτισε πάλι μια γη μες στο σκοτάδι, προσεγγίσαμε, η μπουκαπόρτα
άνοιξε. Ένας άγριος βορειοδυτικός με υποδέχτηκε. Σήκωσα την κουκούλα να
φυλαχτώ. Ξέρω τι να περιμένω.
Νύχτα
πρώτη. Ιστορία πρώτη. Τέλος.
No comments:
Post a Comment